Δευτέρα 22 Ιουνίου 2015

Ο μαθητευόμενος μάγος

Αφηγηματικές τεχνικές 


   Στο τμήμα Α5 μετά τη διδασκαλία της 3ης Ενότητας στο μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας και αφού μάθαμε για την αφήγηση και την περιγραφή, ανατέθηκε στους μαθητές να παρακολουθήσουν στο YouTube ένα απόσπασμα από την ταινία του Walt Disney "Φαντασία", "Ο μαθητευόμενος μάγος". Στη συνέχεια τα παιδιά έπρεπε να αφηγηθούν την ιστορία που παρακολούθησαν ή να την εικονογραφήσουν σύντομα σε 10-12 καρέ. Σκοπός ήταν να αντιληφθούν ότι τόσο η ταινία όσο και το κείμενό τους καθώς και το κόμικ που θα δημιουργούσαν ήταν τρόποι αφήγησης. (Οι δραστηριότητες περιλαμβάνονται στο βιβλίο της Χαράς Νικολακοπούλου, η δημιουργική γραφή στο γυμνάσιο).

Η αφήγηση του Walt Disney

 

   Οι δημιουργίες των παιδιών ήταν απολαυστικές!


Η αφήγηση της Ραφαέλλας Προδαφίκα

    Μια φορά κι έναν καιρό, ζούσε ένας μάγος. Αυτός ο μάγος, είχε έναν βοηθό, τον Μίκυ. Ο Μίκυ ζήλευε το μάγο, γιατί είχε πολλές δυνάμεις και έκανε μαγικά. Μια μέρα που ο μάγος κοιμόταν, ο Μίκυ έκλεψε το μαγικό του καπέλο. Ζωντάνεψε μια σκούπα και την έβαλε να κάνει την δουλειά του: να γεμίζει με νερό μια μεγάλη δεξαμενή. Αυτός, κάθισε να ξεκουραστεί, παίρνοντας έναν υπνάκο και κάνοντας μεγαλεπίβολα όνειρα. Η σκούπα συνέχιζε να γεμίζει, ώσπου το νερό ξεχείλισε και το σπίτι πλημμύρισε. Ο Μίκυ δεν ήξερε τι να κάνει και έτσι έσπασε την σκούπα σε πολλά κομμάτια. Νόμιζε ότι είχε σώσει την κατάσταση, αλλά η σκούπα άρχισε να πολλαπλασιάζεται, ώσπου έγινε μια στρατιά από σκούπες που πλημμύριζαν με νερό το σπίτι! Η κατάσταση ήταν εκτός ελέγχου ώσπου ο μάγος ξύπνησε. Θυμωμένος, σταμάτησε το χαμό και πήρε πίσω το καπέλο του! Έτσι ο Μϊκυ επέστρεψε στη δουλειά του χωρίς τη βοήθεια μαγικών!


Η αφήγηση της Αθηνάς Χασάπη

 

 

Η αφήγηση του Γιώργου Φούφουλα

   Η ιστορία μας λέγεται: "Ο μαθητευόμενος μάγος". Η ιστορία αυτή είναι κομμάτι από την ταινία του Γουόλτ Ντίσνεϊ "ΦΑΝΤΑΣΙΑ", που γυρίστηκε το 1940. Ο πρωταγωνιστής είναι ο Μίκυ, ο διάσημος σε όλους μας Μίκυ Μάους που παίζει  τον μαθητευόμενο μάγο. Η ιστορία έχει ως εξής: Ο Μίκυ ήταν βοηθός του μάγου-δασκάλου του. Ο δάσκαλός του μια μέρα νύσταξε και άφησε το καπέλο του το μαγικό πάνω στο τραπέζι και ο πήγε για βαθύ ύπνο. Ο Μίκυ βρήκε την ευκαιρία να αρπάξει το καπέλο του και να το χρησιμοποιήσει για να κάνει τις δουλειές. Αλλά η βαρεμάρα του τού βγήκε σε κακό, το σπίτι γέμισε νερά, άρχισαν οι ρουφήχτρες, τα κύματα, όλα χάνονταν στα νερά.
   Ο Μίκυ μην μπορώντας να κάνει τίποτα, κινδυνεύει να χαθεί μέσα στα βαθιά νερά αλλά ευτυχώς ο δάσκαλός του ξυπνάει από τη φουρτούνα και βγαίνει έξω να δει τι συμβαίνει. Βλέποντας, λοιπόν ότι το σπίτι έγινε πισίνα αρχίζει να κάνει τα μαγικά του. Χάρις σ' αυτά χωρίζει όλα τα νερά στα δυο και καθώς προχωρεί τα νερά υποχωρούν.
   Ο Μίκυ κατάλαβε το λάθος του και αποφάσισε να μην το ξανακάνει! Αμέσως στρώθηκε στη δουλειά ξανά!

Η αφήγηση της Χριστίνας Φλώρου

 

Η αφήγηση της Φοίβης Τρέμμα

Η ιστορία μας διαδραματίζεται στο εργαστήρι ενός μάγου με κεντρικούς ήρωες το μάγο (που μπορεί να κάνει μάγια αντλώντας την περισσότερή του δύναμη από το καπέλο του), τον μικρόσωμο μαθητευμόμενό του μάγο Μίκυ και μια ... σκούπα.
   Ο μαθητευόμενος μάγος μας, ο Μίκυ θέλει πάρα πολύ να κάνει μάγια αντ' αυτού όμως ο δάσκαλός του τον έχει βάλει να πηγαινοέρχεται από την πηγή στο πηγάδι κουβαλώντας βαρείς κουβάδες με νερό για να γεμίσει με νερό  το πηγάδι. Κάποια στιγμή εκεί που ο Μίκυ αδειάζει τους κουβάδες με το νερό, παρακολουθεί συγχρόνως και το δάσκαλό του, από τα αέρια που βγάζει μια πέτρα να δημιουργεί μια τεράστια πεταλούδα στον αέρα και με μια κίνηση των χεριών του να την εξαφανίζει. Όλη αυτή την ώρα ο Μίκυ παρακολουθούσε αποσβολωμένος και γοητευμένος από την ομορφιά της μαγείας. 
    Μετά το μαγικό αυτό όμως ο δάσκαλός του είναι κουρασμένος, έτσι βγάζει το καπέλο του για να μην χρησιμοποιήσει κατά λάθος μαγεία στον ύπνο του και δημιουργηθεί κάποιο πρόβλημα και πάει να ξεκουραστεί. 
   Ο Μίκυ μαγεμένος από την ομορφιά της μαγείας υπερεκτιμά τις δυνάμεις του, φοράει το καπέλο και μαγεύει μια σκούπα να πηγαινοφέρνει εκείνη τους κουβάδες με το νερό. Ο Μίκυ χαρούμενος που ξέφυγε από την αγγαρεία κάθεται σε μια καρέκλα. Αλλά έτσι όπως ήταν κουρασμένος τον παίρνει ο ύπνος.
   Στον ύπνο του είδε ότι μπορούσε να εξουσιάζει τα αστέρια, το νερό, τον αέρα, τη βροχή, τους κεραυνούς και τις βροντές δηλαδή με λίγα λόγια τα στοιχεία της φύσης. 
   Ξαφνικά, όμως, ξύπνησε, γιατί έτσι όπως κουνιόταν η καρέκλα του αναποδογύρισε και αυτός έπεσε μέσα σε νερό. Το νερό αυτό ήταν από τη σκούπα που είχε παραγεμίσει το πηγάδι και έτσι το πηγάδι ξεχείλισε. Παρ' ολ'αυτά η σκούπα συνέχιζε να γεμίζει το πηγάδι και έτσι σιγά σιγά πλημμύρισε και το εργαστήριο. 
   Ο Μίκυ προσπάθησε με μάγια να την σταματήσει αλλά απέτυχε. Έτσι ο Μίκυ αναγκάστηκε να καταφύγει σε πιο δραστικά μέτρα δηλαδή να την σπάσει. Ο Μίκυ φοβούμενος μην ξυπνήσει ο δάσκαλός του πήρε γρήγορα γρήγορα το τσεκούρι και άρχισε να την κομματιάζει.
   Μετά το κομμάτιασμα, από την σκούπα δεν είχαν μείνει παρά μόνο λίγα ξυλαράκια. Ευχαριστημένος από τη δουλειά του πήρε μια βαθιά ανάσα και ξελάφρωσε. Αλλά απ' ότι φαίνεται το μαρτύριό του δεν είχε τελειώσει γιατί από κάθε ξεχωριστό κομματάκι ξύλου της σκούπας αναγεννιόταν μια άλλη σκούπα σαν την Λερναία Ύδρα. Αυτές οι σκούπες ξανάρχισαν να παίρνουν νερό από την πηγή και να το αδειάζουν στο πηγάδι. Ο Μίκυ βλέποντάς τες προσπάθησε να τις σταματήσει για άλλη μια φορά. Όμως αυτές τον αγνόησαν και απλώς πέρασαν από πάνω του. Έτσι ο Μίκυ άρχισε να βγάζει νερό από τα παράθυρα, ώστε η πλημμύρα να μην τον πνίξει. Αλλά αυτός ήταν ένας και οι σκούπες αμέτρητες. Τα νερά όλο και ανέβαιναν μέχρι που ο Μίκυ πολεμούσε να σωθεί από τον πνιγμό. Οι σκούπες ακάθεκτες συνέχιζαν να βάζουν νερό. Ο Μίκυ για να σωθεί πιάστηκε από ένα βιβλίο. Το συγκεκριμένο βιβλίο μάλιστα ήταν ένα βιβλίο μαγικών. Έτσι όπως είχε πιαστεί απ' αυτό κατάφερε να γυρίσει τις σελίδες για να βρει κάποια λύση στο πρόβλημά του αλλά ήταν μάταιος κόπος. 
   Από όλο αυτό το θόρυβο ο δάσκαλος ξύπνησε και πήγε να δει τι συμβαίνει. Βλέποντας όλη αυτήν την πλημμύρα και τον  Μίκυ έτοιμο να πνιγεί, έδρασε γρήγορα, σήκωσε τα χέρια του ψηλά και έτσι οι σκούπες σταμάτησαν να βάζουν και άλλο νερό και έγιναν μία σκούπα. Όσο για το νερό με τέσσερις κινήσεις των χεριών του το εξαφάνισε. Ο Μίκυ μετά την εξαφάνιση του νερού είχε κρυφτεί κάτω από το βιβλίο με τα μαγικά. Σιγά σιγά βγήκε έξω από την κρυψώνα του και αντίκρισε το οργισμένο βλέμμα του δασκάλου του. 
   Ντροπιασμένος, με αργές κινήσεις έβγαλε το μαγικό καπέλο που φορούσε και το έτεινε προς τον δάσκαλό του.Εκείνος του το άρπαξε και τον κάρφωσε με ένα δολοφονικό βλέμμα. Ο Μίκυ πήρε τη σκούπα και την έδωσε και αυτή στο δάσκαλό του. Για να επανορθώσει και να δείξει ότι μετάνιωσε, πήρε τους κουβάδες και στην αρχή με αργά βήματα, μετά το χτύπημα του δασκάλου με τη σκούπα, με γρήγορο τρέξιμο, πήγε να συνεχίσει τη δουλειά,  όπως την έκανε στην αρχή χωρίς να χρησιμοποιεί ΜΑΓΕΙΑ.
   

Η αφήγηση της Εύας Χατζηδάκη