Κυριακή 24 Μαΐου 2015



  

Μ. ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΥ Α. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ
                        Μαθήτριες της Β΄ Γυμνασίου                   

Μια
Μοιραία Απόφαση


   Η Υβόννη Γεωργίου ξύπνησε εκείνο το ανοιξιάτικο πρωινό κουρασμένη από το ξενύχτι της προηγούμενης νύχτας. Από τότε που έγινε η συγχώνευση των δύο εταιρειών, η δουλειά πήγαινε πολύ καλά. Ίσως, τελικά, να κατάφερνε να ξεπληρώσει τους δανειστές της και η ζωή της να επέστρεφε ξανά στους κανονικούς της ρυθμούς. Άνοιξε αδιάφορα την τηλεόραση, χωρίς να ξέρει ότι αυτό που θα έβλεπε θα έφερνε τα πάνω κάτω στη ζωή της.

‘‘Πρώτο θέμα : Εχθές τα μεσάνυχτα η Αγλαΐα Επιτροπάκη σκοτώθηκε σε τροχαίο ατύχημα στη Λεωφόρο Βασιλίσσης Αμαλίας. Τα αίτια του δυστυχήματος θα εξετάσει η ομάδα του ικανότατου αστυνομικού, Δούλγερη Κωνσταντίνου, της Ελληνικής Αστυνομίας….  ’’

   Η Υβόννη αισθάνθηκε μια ξαφνική ζαλάδα και δάκρυα άρχισαν να κυλούν από τα μάτια της. Αγαπούσε την Αγλαΐα , ήταν η μητρική φιγούρα που δεν είχε γνωρίσει ποτέ ως παιδί. Φώναξε πανικόβλητη τον σύζυγό της, ωστόσο αντιλήφθηκε ότι δεν βρισκόταν στο σπίτι. Ξαφνικά το τηλέφωνο χτύπησε και έτρεξε να το απαντήσει.  Στο τηλέφωνο ακούστηκε μια βραχνή ανδρική φωνή:                                                                                                 – Καλημέρα σας! Τηλεφωνώ από την Ελληνική Αστυνομία. Η κυρία Υβόννη Γεωργίου;  
– Η  ίδια.                                                                                           
– Ωραία, ονομάζομαι Δούλγερης Κωνσταντίνος , αστυνόμος. Είμαι στη δυσάρεστη θέση να σας ανακοινώσω το θάνατο της Αγλαΐας  Επιτροπάκη.                                                                      
– Ναι, το  πληροφορήθηκα.      
– Δυστυχώς ,όπως ορίζει ο νόμος ,θα πρέπει να γίνουν ορισμένες έρευνες για την εξακρίβωση του  δυστυχήματος.                              – Μα για ποιον λόγο;                                                                        
–Υποπτευόμαστε ότι ο θάνατος της κυρίας Επιτροπάκη είναι φόνος εκ προμελέτης. Για τυπικούς λόγους θα πρέπει να καλέσω εσάς και τον σύζυγό σας στο τμήμα, για να σας κάνουμε μερικές ερωτήσεις.
– Φυσικά, θα έρθουμε το απόγευμα.
Η Υβόννη έκλεισε το τηλέφωνο. Προσπάθησε να συγκεντρωθεί στις εργασίες της ωστόσο δεν τα κατάφερε. Το μυαλό της ταξίδευε, καθώς θυμόταν γεμάτη θλίψη τις στιγμές που είχε περάσει μαζί της, αλλά και την τελευταία φορά που συνάντησε την Αγλαΐα.
   Ήταν πριν από μία εβδομάδα, όταν η Υβόννη είχε λάβει το τηλεφώνημα της Αγλαΐας, η οποία την προσκαλούσε για δείπνο σε ένα από τα πολυτελέστερα εστιατόρια της Αθήνας. Κατά τη διάρκεια του δείπνου η Αγλαΐα και η Υβόννη συζητούσαν  για τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης και την κατάρρευσή της ίδιας. Κάποια στιγμή η νεαρή γυναίκα αναστέναξε απελπισμένη αναπολώντας την παλιά, αριστοκρατική της ζωή. Βλέποντας τη θλίψη στα μάτια της φίλης της, η Αγλαΐα αποφάσισε να ανακοινώσει την απόφαση της. Η ηλικιωμένη γυναίκα κοίταξε σοβαρά την Υβόννη και της είπε με μια δόση συγκίνησης στη φωνή της: «Υβόννη, όπως γνωρίζεις δεν έχω κανέναν συγγενή στον κόσμο. Είσαι η μόνη που αγαπώ πραγματικά, το παιδί που δεν κατάφερα ποτέ να αποκτήσω. Πήρα, λοιπόν μια σημαντική απόφαση. Ήρθε, πλέον, η στιγμή να κάνω την διαθήκη μου και αποφάσισα να σου μεταβιβάσω τις εταιρείες μου και, γενικότερα, όλα τα περιουσιακά μου στοιχεία» Η Αγλαΐα προσπαθούσε να κρατηθεί ανέκφραστη, ωστόσο δεν μπόρεσε να συγκρατήσει ένα δάκρυ. Μετά από μια συγκινητική συζήτηση, η βραδιά ολοκληρώθηκε μέσα σε μια ήσυχη, ευχάριστη ατμόσφαιρα.

  Οι ώρες κύλησαν γρήγορα και σύντομα έφτασε το απόγευμα. Η Υβόννη, συνοδευόμενη από τον σύζυγό της, έφτασε στο αστυνομικό τμήμα . Τους υποδέχτηκε ο Δούλγερης Κωνσταντίνος, ένας γεροδεμένος άνδρας , με καστανά μάτια και μια ιδιαίτερη, ευγενική φυσιογνωμία. Αυτός ξαφνιάστηκε από την εμφάνιση της Υβόννης Γεωργίου. Είχε ακούσει ότι ντυνόταν πάντα αριστοκρατικά και περιποιούνταν πολύ τον εαυτό της , ωστόσο, η εικόνα της ήταν θλιβερή . Φορούσε πρόχειρα ρούχα, τα μαλλιά της ήταν ατημέλητα και τα μάτια της κόκκινα από το πολύ κλάμα. Δίπλα της στεκόταν ο σύζυγος της ένας κομψός άνδρας με μεγάλα πράσινα μάτια και καστανόξανθα μαλλιά, που σε αντίθεση με την Υβόννη ήταν καλοντυμένος. Ο Δούλγερης θεώρησε πως μάλλον επέστρεφε από τις πρόβες του από το ωδείο Αθηνών, ένας γνωστός νέος, με λαμπρό μέλλον στη μουσική βιομηχανία, όπως συνήθιζαν να λένε για τον Ιάσονα Γεωργίου.

  Η ανάκριση διήρκεσε μόλις μία ώρα, ωστόσο στην Υβόννη φαινόταν ατελείωτη. Προσπαθούσε σκληρά να συγκρατήσει τα δάκρυά της και απαντούσε με ιδιαίτερη ταχύτητα στις ερωτήσεις, προκειμένου να ξεφύγει γρήγορα από αυτή τη ψυχοφθόρα διαδικασία. Κάποια στιγμή ζήτησε άδεια να αποχωρήσει , για να ξεκουραστεί από τη δύσκολη αυτή ημέρα.
Με τη λήξη της ανάκρισης των δύο συζύγων ο Κωνσταντίνος είχε εξιχνιάσει το έγκλημα. Ήταν πλέον σίγουρος ότι η Αγλαΐα Επιτροπάκη είχε δολοφονηθεί. Αποφάσισε να συζητήσει το θέμα με την αξιόπιστη βοηθό του, Κατερίνα.
Την βρήκε στο γραφείο της να εξετάζει τα αποτελέσματα των δικών της ανακρίσεων. 
– Λοιπόν, βρήκες κάτι;
– Ναι, ανακαλύψαμε ότι τα φρένα του αυτοκινήτου είχαν κοπεί.  
– Άρα, αυτό επιβεβαιώνει τις υποψίες μου, πρόκειται για δολοφονία.  
– Ποιον υποψιάζεσαι;                                                                        
– Την Γεωργίου. Ο τρόπος που απαντούσε στις ερωτήσεις και γενικότερα η στάση της μου φαίνεται ύποπτη.                                
– Μην προτρέχουμε, καλύτερα να περιμένουμε τα αποτελέσματα των αναλύσεων από τα δακτυλικά αποτυπώματα.                    
– Σε άλλη περίπτωση θα ακολουθούσα τη συμβουλή σου, αλλά με τις τωρινές συνθήκες είμαι βέβαιος.                
– Τι θέλεις, να  πεις;                                                                          
– Πληροφορήθηκα πως η Γεωργίου μετά από μία αποτυχημένη επένδυση στο εξωτερικό βυθίστηκε στα χρέη, αλλά και ότι η Επιτροπάκη στη διαθήκη της, της παραχωρεί όλη της την περιουσία.                                                       
– Αυτό δεν το γνώριζα, όντως αλλάζει όλα τα δεδομένα. Άρα, ποια θα είναι η επόμενη κίνησή μας;                                                
– Προχωράμε σε σύλληψη και, ίσως προφυλάκιση.
Καθώς οδηγούσε το περιπολικό, μέσα από τους σκοτεινούς δρόμους της Αθήνας, πολλές σκέψεις κατέκλυζαν το μυαλό του Κωνσταντίνου. Ήταν απόλυτα σίγουρος για την ενοχή της Γεωργίου, αλλά βρισκόταν σε δίλημμα. Ήταν καθήκον του να συλλάβει την Υβόννη, ωστόσο τον στεναχωρούσε πολύ, καθώς έτρεφε μια, ιδιαίτερη συμπάθεια για τη γοητευτική γυναίκα.
Η Υβόννη επέστρεψε αργά στο σπίτι της και θέλοντας να αποβάλλει την ένταση της ημέρας αφέθηκε στην παρηγοριά ενός ζεστού μπάνιου. Την ίδια στιγμή, ο πραγματικός δράστης κατευθυνόταν προς το σπίτι της αναλογιζόμενος τις τελευταίες λεπτομέρειες του καταχθόνιου σχεδίου του.
Βασανιστικές σκέψεις επέμεναν να την απασχολούν. «Ποιος θα ήθελε να σκοτώσει την Αγλαΐα; Ήταν μια τόσο καλοσυνάτη γυναίκα και κανένας δεν είχε το παραμικρό παράπονο από αυτήν. Ποια ήταν τα σκοτεινά κίνητρα του δολοφόνου; Είναι κάτι σύνθετο ή μήπως πιο απλό;» Η απάντηση την χτύπησε σαν αστραπή. Συνειδητοποίησε αμέσως τι συνέβαινε και παρέλυσε από τον φόβο. Έπρεπε να φύγει γρήγορα από εκείνο το σπίτι. Φόρεσε ενστικτωδώς το μπουρνούζι της και με γρήγορες κινήσεις βγήκε από το μπάνιο. Βγαίνοντας, αντίκρισε την κάνη ενός όπλου να την σημαδεύει. Το όπλο κρατούσε ο αγαπημένος της σύζυγος, ο Ιάσωνας  Γεωργίου.                                                                       
– Μα γιατί; τον ρώτησε πληγωμένη.                                               
– Νόμιζα ότι ήσουν μια έξυπνη γυναίκα. Μα για το χρήμα φυσικά, χωρίς εσένα όλη η περιουσία της Επιτροπάκη θα γίνει δική μου! Αντίο Υβόννη…

  Πριν προλάβει να τελειώσει τη φράση του, από τη μισάνοιχτη πόρτα εισέβαλε οπλισμένος ο Κωνσταντίνος. Βλέποντας τη σκηνή που εξελισσόταν επιτέθηκε στον Ιάσονα. Στην προσπάθειά του να τον αφοπλίσει τραυματίστηκε σοβαρά στο πόδι, ωστόσο με μια άμεση αντίδραση κατάφερε να πετύχει τον δράστη. Ο θάνατός του ήταν ακαριαίος.
  Όταν ο Κωνσταντίνος ανέκτησε τις αισθήσεις του, ήδη  βρισκόταν στο νοσοκομείο. Αισθάνθηκε έναν  οξύ πόνο στο αριστερό του πόδι. Παρά τη συγκρατημένη αισιοδοξία των γιατρών σχετικά με το τραύμα του, ο ίδιος ήταν γεμάτος ελπίδα και αισιοδοξία για μια νέα αρχή. Την ίδια στιγμή η Υβόννη στέκονταν δίπλα του και τον γέμιζε με δύναμη και θέληση για ζωή.



      Δημιουργική γραφή...και αρμονική συνεργασία
                     των μαθητριών του Β΄2,
 Άρτεμις Παναγιώτου  και Μαρία  Μιχαλοπούλου!
                      Καλή συνέχεια κορίτσια!


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου